Σε κλίμα συγκίνησης τελέστηκε το μεσημέρι της Τετάρτης, 8 Οκτωβρίου 2025 η Εξόδιος Ακολουθία του μακαριστού Πρωτοπρεσβυτέρου Ελευθερίου Χαβάτζα στον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου Κυψέλης.

Στην Εξόδιο ακολουθία προεξήρχε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κυθήρων κ. Σεραφείμ, πλαισιούμενος από τους Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτες, Θηβών κ. Γεώργιο, Λευκάδος και Ιθάκης κ. Θεόφιλο, Παροναξίας κ. Καλλίνικο, Νέας Ιωνίας κ. Γαβριήλ και τον Θεοφιλέστατο Επίσκοπο Κεράμων κ. Βαρθολομαίο. Τον επικήδειο λόγο εκφώνησε ο π. Παναγιώτης Χαβάτζας, υιός του μακαριστού π. Ελευθερίου.

ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
ΕΠΙ Τῌ ΕΚΔΗΜΙᾼ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΜΟΥ
ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΧΑΒΑΤΖΑ

Σεβασμιώτατε ἅγιοι Ἀρχιερεῖς,

Αἰδεσιμολογιώτατε, ἐκπρόσωπε τῆς Αὐτοῦ Θειοτάτης Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κου. κου. Βαρθολομαίου
Σεβαστοὶ Πατέρες καὶ Ἀδελφοί,
Ἀγαπημένη μας μαμά,
Ἀγαπημένα μου ἀδέλφια καὶ ἀνήψια,
Συγγενεῖς καὶ Φίλοι,

Ὅσοι ὑποψιαζόμαστε ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν ἐξαντλεῖται στὶς βιολογικές του συντεταγμένες ὀνομάζουμε τὸν θάνατο κοίμηση. Ἀλλὰ εἶναι πρέπον αὐτὴ τὴν ὥρα νὰ μιλήσουμε καὶ νὰ δακρύσουμε καὶ νὰ θαυμάσουμε. Οὐδὲ γὰρ τοῦτο ἔξω τῆς καθ’ ἡμᾶς φιλοσοφίας, ὅπως ἀναφωνεῖ ὁ ἅγ. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος μπροστὰ στὸν κεκοιμημένο ἀδελφό του Καισάριο. Καὶ προσθέτει ὁ Καππαδόκης: «Ἐπὶ νεκρῷ κατάγαγε δάκρυα καὶ θρήνου ἔναρξαι».Καὶ συνεχίζει: «καὶ τὴν ὀφειλομένην τοῖς ἀλγοῦσι παράκλησιν ἐπιθήσομεν καὶ μεταθήσομεν τὴν λύπην ἀπὸ τῆς σαρκὸς καὶ τῶν προσκαίρων ἐπὶ τὰ πνευματικὰ καὶ ἀΐδια».Εἶναι βέβαια οἱ μνῆμες, οἱ παιδικὲς καὶ ἀδυσώπητες ποὺ μάχονται τὴν ἐλπίδα. Σὲ θυμᾶμαι πατέρα νὰ ἀνεβαίνουμε ἕνα καλοκαίρι στὸ Σπήλαιο τῆς Ἀποκαλύψεως, στὴν ἀγαπημένη σου Πάτμο.Ὁ Εὐαγγελιστὴς καὶ ὁ ὑποβλητικὸς τόπος τοῦ ὁράματος, τὸ ὁσιακὸ περιβάλλον. Ἐγγραφὲς ἀνεξίτηλες στὴ δική σου ψυχή, πέρασαν καὶ στὴ δική μας. Αὐτὰ πῶς νὰ τὰ ξεχάσω; Σὲ θυμᾶμαι, ἐκεῖνες τὶς βραδυές, νὰ ψάχνουμε μαζὶ τὰ καλοκαιρινὰ ἀστέρια στὸν οὐρανό· νὰ μᾶς μαθαίνεις νὰ ἀγαπᾶμε τὴ δημιουργία τοῦ Θεοῦ. Αὐτὰ πῶς νὰ τὰ ξεχάσω;Σὲ θυμᾶμαι στὶς παραλίες τῆς Πάτμου, νέος ἄνδρας ἐσὺ καὶ ἐγώ, μικρὸ ἀγόρι δίπλα σου, νὰ μᾶς μαθαίνεις τὶς χαρὲς τῆς θάλασσας, τὰ μακροβούτια, τὴ φουσκωτὴ βάρκα, πῶς καθαρίζουν τὸν ἀχινό. Αὐτὰ πῶς νὰ τὰ ξεχάσω; Ψἀχναμε στὸν οὐρανὸ τὸ διαστημόπλοιο Ἀπόλλων 13 ποὺ κινδύνευσε τότε· μᾶς ἔλεγες νὰ προσευχόμαστε γιὰ κείνους τοὺς ἀστροναῦτες. Καὶ ἔτσι, μαζὶ μὲ τὴν ἀγάπη γιὰ τὴ φύση μαθαίναμε τὴν ἀγάπη γιὰ τὰ ἔργα τοῦ ἀνθρώπου. Καὶ μαζὶ μὲ αὐτὰ μαθαίναμε κάπως καὶ τὴν προσευχή. Πράγματα ποὺ ζήσαμε μαζί, τότε καὶ ἀργότερα καθὼς μεγαλώναμε, εἴδαμε, ἀκούσαμε, γευθήκαμε, ἀγγίξαμε. Στοργή, τρυφερότητα, αὐστηρότητα.Εἶναι τόσα πολλά. Ἀτέλειωτες μνῆμες μιᾶς ζωῆς. Ἡ εἰκόνα εἶναι ἐλλιπὴς· ἡ ματιά μου ἀναγκαστικὰ μερικὴ καὶ φτωχή. Κάθε ἕνα ἀπὸ τὰ ἕξι ἀδέλφια μου θὰ προσέθετε σίγουρα τὶς δικές του πινελιὲς, θὰ διόρθωνε ἴσως, θὰ ἀνέσυρε τὶς δικές του πολύτιμες μνῆμες. Καὶ τώρα ποὺ ὁ κόσμος τῶν αἰσθήσεων τελείωσε, πῶς θὰ χτίσουμε τὴν ἐλπίδα; Πῶς θὰ μετατεθοῦμε ἐπὶ τὰ πνευματικὰ καὶ ἀΐδια, ποὺ μᾶς εἶπε ὁ ἅγ. Γρηγόριος; Αὐτὴ τὴ νέα πραγματικότητα ποὺ δὲν γεύθηκα, δὲν αἰσθάνθηκα, δὲν σκίρτησα γι’ αὐτήν, πῶς θὰ τὴ βάλουμε στὴν ἐξίσωση τῆς ὕπαρξής μας, πῶς θὰ γίνει βεβαιότητα; Γυρίζω τὴ σκέψη μου μὲ σεβασμὸ στὴ ζωή τοῦ πατέρα μας, μιὰ ζωὴ ἀταλάντευτης πίστης στὸ Εὐαγγέλιο· πίστης ὅτι τὸ σημερινὸ κατώφλι ὁλοκληρώνει τὴν πραγματικότητά μας. Μᾶς προσθέτει, δὲν μᾶς στερεῖ. Εἶδε τὸ φῶς τοῦ ἥλιου, τὴν ἀγκαλιὰ τῆς ὁσιακῆς μητέρας του Ἀναστασίας καὶ τὰ δύο του ἀδέλφια, τὴ Μαρίτσα καὶ τὸν Δημήτρη, ποὺ εἶναι σήμερα μαζί μας, στὸ προσφυγικὸ μικρασιαστικὸ σπίτι στὴ Ν. Ἰωνία. Τοῦ πατέρα του Παναγιώτη ἴσα ποὺ θυμόταν τὴ μορφή. Μαζὶ μὲ τὸ φορτίο τῆς προσφυγιᾶς καὶ τὴν σκληρὴ κατοχή, ἡ ὀρφάνεια. Τῆς ὁποίας οἱ χαρακιὲς ἔμειναν στὴν ψυχή του. Ἡ πρόοδος καὶ τῶν τριῶν παιδιῶν ὑπῆρξε μιὰ ἐποποιΐα· ἡ γιαγιὰ Ἀναστασία τὴν ἀπέδωσε πάντα στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀβίαστη σύνδεσή του μὲ τὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, μὲ τοὺς Ἁγ. Ἀναργύρους καὶ τὸν Ἅγιο Γεώργιο Ν. Ἰωνίας, χαρακτήρισαν τὰ παιδικά του χρόνια. Ἦταν 10 χρονῶν ὅταν στὸ Ἱερὸ τοῦ Ἁγ. Γεωργίου, βλέποντας τὸν πρῶτο του πνευματικὸ Ἱερομόναχο π. Παῦλο Νικηταρᾶ νὰ λειτουργεῖ, ἀποφάσισε τὴν Ἱερωσύνη. Μὲ τὴν προτροπή του βρέθηκε στὸ Γυμνάσιο τῆς Πατμιάδος Σχολῆς. Δύσκολα θαλασσινὰ ταξίδια μὲ τὰ πλοῖα τῆς ἐποχῆς γιὰ ἕνα μικρὸ παιδὶ μόνο του. Ἡ πενιχρὴ σίτιση τοῦ οἰκοτροφείου ἐκεῖ, ἴσως λίγο καλύτερη ἀπὸ τὶς δυνατότητες τοῦ σπιτιοῦ.  Στὰ μαθήματα ἀρίστευε. Καὶ στὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ καὶ στὰ ἀγαπημένα του μαθηματικά. Συνδέθηκε πνευματικὰ μὲ τὸν τιμώμενο πλέον ὡς ἅγιο Ἱερομόναχο π. Ἀμφιλόχιο Μακρῆ, ἕνα πρόσωπο ἀναφορᾶς πάντοτε στὴ ζωή του. Παρὰ τὶς τόσο πρωτοποριακὲς γιὰ τὴν ἐποχὴ προτροπὲς τοῦ γέροντα Ἀμφιλοχίου νὰ συνδυάσει τὴν Ἱερωσύνη μὲ τὴ σπουδὴ τῶν μαθηματικῶν, ἐπέλεξε καὶ εἰσήχθη στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ Ἀθηνῶν. Ἦταν ἐποχὴ μελέτης γιὰ τὸ Πανεπιστήμιο, ἀλλὰ καὶ ἔντονης κατηχητικῆς καὶ ἱεροκηρυκτικῆς δράσης στὴν Ν. Ἰωνία. Ἡ δεκαετία τοῦ 60 ἀνοίγει μὲ τὴν ἀπόκτηση τοῦ πτυχίου τῆς Θεολογίας καὶ τὴν γνωριμία μὲ τὴν Ἀλεξάνδρα Οἰκονόμου, κόρη τοῦ μακαριστοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Δημητρίου Οἰκονόμου, ἐφημερίου τότε στὸν Ἅγ. Γεώργιο Ν. Ἰωνίας, τὴν ὁποία νυμφεύθηκε τὸ 1963.  Οἱ εἰς διάκονον καὶ πρεσβύτερον χειροτονίες του τελέσθηκαν στὴν Θεσσαλονίκη. Ἡ ἱερατική του ζωὴ ξεκίνησε στὶς ἐνορίες τοῦ ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καὶ τοῦ ἁγ. Κωνσταντίνου πλ. Ἱπποδρομίου.Ἐκεῖ ἀπέκτησε τὰ τρία πρῶτα του παιδιά. Διατηρῶ λίγες ἀλλὰ ἔντονες μνῆμες ἀπὸ τὴν ἐκεῖ ποιμαντική του παρουσία καὶ τὸ ἀγκάλιασμα ποὺ δέχθηκε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους.  Ἡ διάθεση γιὰ μάθηση ἀλλὰ καὶ ἡ ἀνάγκη ποὺ ἔνοιωθε νὰ ἀνοίγει δυνατότητες βιοπορισμοῦ πέρα ἀπὸ τὴν Ἱερωσύνη, ὁδήγησαν στὸ πτυχίο τῆς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκης. Στὰ τέλη τῆς δεκαετίας τοῦ 60 ἐπανέρχεται στὴν Ἀθήνα ὡς ἐφημέριος στὸν Ἅγ. Λουκᾶ Πατησίων καὶ ἀργότερα στὸν Ἅγ. Διονύσιο Κολωνακίου. Παράλληλα ἀνέλαβε τὴν διεύθυνση τῆς Νυκτερινῆς Ἱερατικῆς Σχολῆς τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν. Εἶναι συχνὴ ὣς σήμερα ἡ ἔκφραση τιμῆς πρὸς τὸ πρόσωπό του ἀπὸ ἐκείνους τοὺς σπουδαστές, κάποιοι τῶν ὁποίων μεγαλύτεροί του στὴν ἡλικία.  Τὴν Ἐκκλησιαστικὴ Ἐκπαίδευση διαδέχεται ἡ Δημόσια Μέση Ἐκπαίδευση, ἀπ’ ὅπου συνταξιοδοτήθηκε ὡς Λυκειάρχης. Ἀγάπησε τοὺς μαθητές, τὴν πάλη ὅπως ἔλεγε μὲ τοὺς ἐφήβους, εἶχε ὅραμα γιὰ τὴ σχέση τοῦ καθηγητοῦ καὶ μάλιστα τοῦ Θεολόγου, μὲ τὰ παιδιὰ τοῦ Λυκείου. Ἔχω πολλὴ προσωπικὴ γνώση τοῦ τρόπου ποὺ ἔκανε τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν καὶ εἶναι πολλοὶ οἱ συμμαθητές μου, παιδιὰ τοῦ Λυκείου Γαλατσίου στὴν Γκράβα, κάποιοι βρίσκονται ἐδῶ τούτη τὴ στιγμή, ποὺ τὸ ζοῦσαν ὡς τὸ ἑλκυστικότερο τῶν μαθημάτων. Ἡ τελευταία εἰκοσαετία τῆς ἐφημεριακῆς του πορείας τὸν βρῆκε ἐφημέριο στὸ Παρεκκλήσιο τῆς Ὁσίας Ξένης στὰ Κάτω Πατήσια. Ἐργάστηκε σὲ τρεῖς ἄξονες. Κήρυγμα, Ἀκολουθίες, Ἐξομολόγηση. Γιὰ τὸ Κήρυγμα, ποὺ ἀπὸ λαϊκὸς ἤδη εἶχε ὑπηρετήσει, προετοιμαζόταν πάντα σοβαρά. Οἱ Ἀκολουθίες ἐξέφραζαν τὴν ψυχή του, ὑπῆρχαν σὰν κανόνας στὴ ζωή του καὶ στὸν Ναὸ καὶ στὸ σπίτι. Στὸ πετραχήλι του πλῆθος ἀδελφῶν μας βρῆκε τὴν καταλλαγὴ μὲ τὸν Θεό, ἔνοιωσε τὴ γλύκα τῆς παρουσίας τοῦ πνευματικοῦ πατέρα.  Τὸ πνευματικὸ κέφι δὲν τοῦ ἔλειψε ποτέ. Τὰ τρία πολύμηνα ταξίδια του στὴν Κορέα καὶ στὶς Ἡνωμένες Πολιτεῖες, σὲ προχωρημένη ἡλικία καὶ μετὰ τὴν συνταξιοδότησή του καὶ ἡ βοήθεια ποὺ προσέφερε στὶς Ἱεραποστολικὲς Ἐπαρχίες τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, τὸν ἔφεραν σὲ ἐπαφὴ μὲ τοὺς κόπους, τὶς δυσκολίες καὶ τὶς εὐλογίες τῶν ἱεραποστολικῶν αὐτῶν κοινοτήτων μας. Δὲν πρέπει νὰ παραλείψω καὶ τοῦτο. Διεφώνησε κάποιες φορὲς καὶ ὡς νέος πρεσβύτερος καὶ ἀργότερα μέσα στὸ ἐκκλησιαστικὸ περιβάλλον καὶ μὲ προϊσταμένους του καὶ μὲ Ἐπισκόπους. Ποτὲ ὡστόσο γιὰ λόγους προσωπικούς. Εἶχε εὐαισθησία, σὲ θέματα ἐκκλησιαστικῆς τάξεως, ἡ ὁποία, κατὰ τὴν ἀντίληψή του διασφαλίζει τὴν ἐκκλησιολογικὴ ὀρθότητα. Εἶχε καημὸ μὲ τὴν ἀποκατάσταση τῆς θέσης τοῦ ἐφημεριακοῦ καὶ ἰδιαίτερα τοῦ ἐγγάμου Κλήρου μέσα στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπεσήμανε συχνὰ καὶ μὲ δημοσιευμένα κείμενά του, ὅτι ἡ, κάποιες φορὲς ἄκριτη ἀπονομὴ ὀφφικίων, ὁδηγεῖ τὴν Ἐκκλησία μας σὲ λανθασμένο ἦθος. Τὴν ἀποκατάσταση αὐτὴ δὲν τὴν ἔβλεπε ὡς διεκδίκηση δικαιωμάτων ἢ ἐξουσίας, ἀλλὰ κυρίως ὡς ἀποκατάσταση ἀκέραιου τοῦ ὁράματος καὶ τῆς εὐθύνης τῆς Ἱερωσύνης. Ἐπεσήμαινε τὸν κίνδυνο, εἰδικότερα ὅσον ἀφορᾶ στὸν ἔγγαμο κλῆρο, τῆς πνευματικῆς ἀπενεργοποίησης τοῦ Πρεσβυτέρου καὶ τῆς αὐτοαπόσυρσής του ἀπὸ τὸ προσκήνιο τῆς ἑκούσιας θυσίας καὶ προσφορᾶς στὸ παρασκήνιο μιᾶς ψευδώνυμης ταπείνωσης. Πάντοτε ὡστόσο ἔθετε ὡς ἀδιαπραγμάτευτη βάση τῶν ὅποιων ἐντάσεων, τὸν ἀπεριόριστο σεβασμὸ πρὸς τὸ Ἐπισκοπικὸ χάρισμα καὶ τὸ Ἐκκλησιαστικό μας Πολίτευμα.  Μᾶς χρεώνουν ὅλα αὐτά. Πλοῦτος καὶ καρποὶ μιᾶς ζωῆς. Μᾶς τοὺς ἀφήνει μὲ εὐαισθησία καὶ διάκριση. Δὲ θέλησε ποτὲ νὰ βαρύνουν οἱ ἀνέμελοι ὦμοι μας. Τόσο πρόσφατα μάθαμε ὅτι κάποια ἄγνωστη σὲ μᾶς μοναχὴ πλήρωσε τὴν τελευταία στιγμὴ τὴν ἐγγραφή του στὸ Πανεπιστήμιο μετὰ τὴν ἐπιτυχία του, τότε, στὶς εἰσαγωγικὲς ἐξετάσεις. Θὰ ἔχανε τὶς σπουδὲς του, γιὰ τὶς ὁποῖες τόσο ἡρωϊκὰ μόχθησε, λόγῳ φτώχειας. Ποιός ξέρει καὶ πόσα ἄλλα μᾶς ἀπέκρυψε.  Μεγάλος καρπὸς ἀσφαλῶς ἡ οἰκογένεια. Ἡ πρεσβυτέρα Ἀλεξάνδρα, τὴν ὁποία ἀγάπησε πολύ, ταπεινὴ καὶ ἀφοσιωμένη, τὰ ἑπτὰ παιδιά τους καὶ τὰ εἰκοσιεννέα ἐγγόνια, ποὺ ἤδη ἀνοίγουν τὰ φτερά τους. Καὶ ἂν στὸ ἐρώτημα πῶς τώρα, ποὺ οἱ φυσικές μας αἰσθήσεις δὲν εἶναι σύμμαχοί μας, πῶς θὰ χτίσουμε τὴν ἐλπίδα, ἂν ἡ πρώτη ἀπάντηση εἶναι ἡ πίστη στὸ Θεὸ ποὺ μᾶς δίδαξε, ἡ δεύτερη ἀπάντηση εἶναι αὐτὴ ποὺ ἔρχεται λυτρωτικά. Δὲν πρόκειται γιὰ πίστη διανοητική, εἶναι ἡ πίστη ποὺ εἴδαμε νὰ μεταμορφώνει τὴ ζωή του χρόνο μὲ τὸ χρόνο. Ἀπὸ τὸν καθημερινό του ἑαυτό, τὶς μικρὲς ἀγάπες, τὰ παιχνίδα ἀριθμητικῆς ποὺ πάντα τοῦ ἄρεσαν, τὸ ποδόσφαιρο καὶ τὴν αεκ, τοὺς παληοὺς φίλους ὣς τὰ σημαντικά, ὅλα ἀναμετριόνταν μὲ τὸ μεγάλο ὅραμα τῆς ὕπαρξής του. Γι’ αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο μιλῶ. Βλέπαμε σταδιακὰ αὐτὰ τὰ μεγάλα νὰ κερδίζουν τὸν χῶρο τους, ἔναντι καὶ αὐτῶν τῶν ἀθώων μικρῶν προσκολλήσεων. Ἡ ἀγάπη στὴν Ἐκκλησία νὰ μεταβάλλεταί σὲ προσδοκία Θεοῦ. Ἔχτισε βαθμιαῖα αἰσθήσεις πνευματικές, πραγματικότητες ποὺ καλοῦν στὴν ὕπαρξη δικές μας τέτοιες αἰσθήσεις γιὰ νὰ κατανοηθοῦν. Ἔτσι μεταγγίζεται ἡ Πίστη. Ἐπέμενε πάντα στὸ γεγονὸς τῆς Ἀνάστασης. Μετὰ τὴν ἡλικία τῶν 80 ἐτῶν, παρὰ τὴν ὣς τότε ζωντάνια καὶ ἀσυνήθιστη εὐκινησία του, σὰ νὰ ἀποφάσισε νὰ ἐπαληθεύσει τὸ ψαλμικὸ «τὸ δὲ πλεῖον αὐτῶν κόπος καὶ πόνος». Τὴν τελευταία διετία ψηλαφούσαμε τὴν γυμνὴ ἀλήθεια μας στὴ δική του καρτερία. Ἡ πρόσφατη, ἐφ’ ὅλης τῆς ὕλης καὶ τελευταία, ὅπως μᾶς εἶπε χαριτολογώντας, ἐξομολόγησή του, ἡ ἐπιτακτική του ἀπαίτηση κατὰ τὶς τέσσερις ἡμέρες τοῦ τέλους στὸ «Σωτηρία» νὰ ἀκούει τὴν προσευχὴ πρὶν τὸ νοσοκομειακὸ γεῦμα καὶ ἡ συμμετοχή του στὰ Ἄχραντα μυστήρια τὴν παραμονὴ τῆς κοιμήσεώς του, ὁλοκλήρωσαν τὴν ἱστορία τῶν ἱερῶν γεγονότων.

Πατέρα,

Ἑτοιμάστηκες γιὰ τὴν ἐν Χριστῷ ἀνάσταση. Ἂς σταθοῦμε λοιπὸν τούτη τὴν ὥρα μπροστὰ σὲ αὐτὰ ποὺ ἐμεῖς βλέπουμε δι’ ἐσόπτρου καὶ ἐν αἰνίγματι καὶ ἐσὺ τὰ βλέπεις ἤδη καθαρώτερα. Ὁ ἀπόστολος Θωμᾶς, στὴν ἡμέρα τῆς μνήμης τοῦ ὁποίου κοιμήθηκες, αὐτὸς ποὺ πόθησε νὰ δεῖ τὸν Ἀναστάντα, ἂς ἀνοίξει καὶ σὲ μᾶς τὴ θέαση τῶν πραγμάτων.Ἂς δοῦμε τὸ κενὸ μνημεῖο, τὸν λίθον ἠρμένον, ἂς δοῦμε τὴν ἁγία Μαρία τὴ Μαγδαληνὴ νὰ ἔρχεται πρὸς τὸν Σίμωνα Πέτρο καὶ τὸν ἄλλο μαθητὴ καὶ νὰ τοὺς φωνάζει ὅτι κάποιοι σήκωσαν τὸν Κύριο ἐκ τοῦ μνημείου, ἂς δοῦμε τοὺς δύο μαθητὲς νὰ τρέχουν πρὸς τὸ μνημεῖο, τὸν νεαρὸ Ἰωάννη νὰ φθάνει πρῶτος, τὸν ὁρμητικὸ Πέτρο νὰ μπαίνει πρῶτος καὶ νὰ βλέπουν τὸ ὀθόνια κείμενα καὶ τὸ σουδάριον «οὐ μετὰ τὼν ὀθονίων κείμενον ἀλλὰ χωρίς», ἂς δοῦμε τοὺς ἀγγέλους ἔξω ἀπὸ τὸ μνημεῖο, ἂς δοῦμε τὸν Ἰησοῦ ἐστῶτα νὰ ρωτᾶ τὴν ἁγία Μαγδαληνὴ «γὐναι τί κλαίεις, τίνα ζητεῖς;» Ἂς ἀναφωνήσουμε μαζὶ μὲ τὸν Ἱερὸ Χρυσόστομο «ποῦ σου θάνατε τὸ κέντρον;…Ἀνέστη Χριστὸς καὶ νεκρὸς οὐδεὶς ἐπὶ μνήματος, ἀνέστη Χριστὸς καὶ ζωὴ πολιτεύεται».

Ἀγαπημένε μας καὶ σεβαστὲ πατέρα Ἐλευθέριε,

Ἐπικαλούμαστε τούτη τὴν ὥρα τὶς πρεσβεῖες τῆς Κυρίας Θεοτόκου καὶ τῶν Ἁγίων, ἰδιαιτέρως τῶν Ἁγίων μὲ τοὺς ὁποίους συνδέθηκε περισσότερο ἡ ζωή σου, τῶν ἁγίων Ἀναργύρων, τοῦ ἁγίου Γεωργίου, τοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου τοῦ Εὐαγγελιστοῦ καὶ μαθητοῦ τῆς ἀγάπης, τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, τοῦ ἁγ. Κωνσταντίνου, τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ, τοῦ Ἁγ. Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου, τῆς Ὁσίας Ξένης καὶ τοῦ Ὁσίου Ἀμφιλοχίου τῆς Πάτμου.  Παρακαλοῦμε τὸν ἅγιο Τριαδικὸ Θεὸ νὰ συγχωρήσει τὶς ἁμαρτίες σου καὶ νὰ σὲ ἀξιώσει νὰ συλλειτουργεῖς μὲ ὅλη τὴν Ἐκκλησία ἐν χώρᾳ ζώντων, μετὰ τῶν ἁγίων. Ἀμήν.